φρύγιος πίλος

φρύγιος πίλος
Κάλυμμα της κεφαλής, που το φορούσαν οι Φρύγες (κάτοικοι της αρχαίας Φρυγίας της Μικράς Ασίας). Ήταν ένας σκούφος σε σχήμα κόλουρου κώνου, συνήθως κόκκινου, που η κορφή του καμπτόταν ή έπεφτε προς τα εμπρός. Το είδος αυτό του καλύμματος το φορούσαν κατά την αρχαιότητα οι ναυτικοί. Παρόμοιου σχήματος κάλυμμα φορούσαν και οι Ιακωβίνοι κατά τη Γαλλική επανάσταση (1789). Από τότε ο φ.π. θεωρείται έμβλημα της επανάστασης και της ελευθερίας, γι’ αυτό και υιοθετήθηκε επίσημα στη σφραγίδα της Γαλλικής Δημοκρατίας.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • φρύγιος — (I) ία, ον, Α (κατά τον Ησύχ.) ξηρός, στεγνός. [ΕΤΥΜΟΛ. < φρύγω + κατάλ. ιος (πρβλ. πλάγ ιος)]. (II) α, ο / φρύγιος, ία, ον, ΝΜΑ [Φρυγία] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην Φρυγία ή στους Φρύγες νεοελλ. φρ. «φρύγιος τρόπος» μουσ. ένας από τους …   Dictionary of Greek

  • φρυγικός — ή, ό / φρυγικός, ή, όν, ΝΜΑ [Φρυγία] φρύγιος (II) νεοελλ. μσν. «φρυγική δυναστεία» δυναστεία που εγκαθιδρύθηκε στον θρόνο τού Βυζαντίου από τον Μιχαήλ Τραυλό και έκλεισε με την βασιλεία τού Μιχαήλ Γ΄, δηλαδή από το 820 έως το 867, αλλ. δυναστεία… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”